Την ώρα που στη Νέα Δημοκρατία εχθροί και φίλοι της πολιτικής και της ιδεολογικής φιλοσοφίας του Ντόναλντ Τραμπ ήταν στα χαρακώματα τις προηγούμενες μέρες, με δημόσιες τοποθετήσεις και διθυραμβικά σχόλια στο διαδίκτυο, o Κυριάκος Μητσοτάκης επιλέχθηκε να είναι από τους πρώτους ευρωπαίους ηγέτες που θα συνομιλήσει με τον νέο αμερικανό πρόεδρο, προκειμένου να επιβεβαιωθεί εκ νέου το στρατηγικό βάθος που έχουν οι σχέσεις και η συνεργασία Ελλάδας και Ηνωμένων Πολιτειών.
Άλλωστε ο Κυριάκος Μητσοτάκης λίγη ώρα αργότερα μετά το τηλεφώνημα, όταν ρωτήθηκε σε εκδήλωση της εταιρείας Grant Thornton για το περιεχόμενο της συνομιλίας του με τον αμερικανό πρόεδρο ανέφερε ότι η συζήτηση του ήταν θερμή και πρόσθεσε ότι «οι σχέσεις Ελλάδος και Ηνωμένων Πολιτειών είναι σχέσεις στρατηγικού χαρακτήρα. Είναι σχέσεις οι οποίες πια είναι κατοχυρωμένες μέσα στο πλαίσιο συμφωνιών που έχουμε υπογράψει με τις Ηνωμένες Πολιτείες, και αναφέρομαι συγκεκριμένα στη συμφωνία αμυντικής συνεργασίας.
Είναι σχέσεις οι οποίες δεν στηρίζονται απλά σε ένα αξιακό πλαίσιο συνεργασίας μεταξύ δύο ιστορικών Δημοκρατιών που πάντα βρέθηκαν από τη σωστή πλευρά της ιστορίας. Είναι και σχέσεις που στηρίζονται στο αμοιβαίο συμφέρον, το οποίο οι ΗΠΑ βλέπουν ως λόγο για τη στήριξη των ελληνοαμερικανικών σχέσεων».
Έτσι κι αλλιώς Μητσοτάκης και Tραμπ έχουν συνομιλήσει αρκετές φορές κατά τη διάρκεια της πρώτης θητείας του αμερικανού προέδρου – ο κ. Μητσοτάκης είχε επισκεφθεί τον Λευκό Οίκο το 2020. Επί ημερών Τραμπ έγινε η πρώτη συζήτηση για την αγορά F-35 από την Ελλάδα την ίδια ώρα που ο Τραμπ υπέγραφε την επιστολή αποπομπής της Τουρκίας από το πρόγραμμα των F-35.
Μάλιστα επί Τραμπ η συνεργασία Ελλάδος-Ηνωμένων Πολιτειών απέκτησε στρατηγικά χαρακτηριστικά.
Είναι ενδεικτικό ότι ο Τάσος Χατζηβασιλείου, γραμματέας διεθνών θεμάτων της Νέας Δημοκρατίας και στενός συνεργάτης του πρωθυπουργού σε θέματα εξωτερικής πολιτικής, μιλώντας χθες στο Action 24 για το περιεχόμενο του τηλεφωνήματος των δύο αντρών ανέφερε ότι ο Τραμπ εξέφρασε στον Ελληνα πρωθυπουργό και την ικανοποίησή του για τα αποτελέσματα που έχει επιφέρει στην Ελλάδα η οικονομική πολιτική που ασκεί η κυβέρνηση.
Φυσικά Μητσοτάκης και Τραμπ δεν έχουν την ίδια πολιτική φιλοσοφία σε μια σειρά θεμάτων και αυτό είναι γνωστό και στις δύο πλευρές ενώ ο έλληνας πρωθυπουργός ήταν από τους πρώτους ευρωπαίους ηγέτες που ανέφερε στη σύνοδο της Ευρωπαΐκής Πολιτικής Κοινότητας στην Βουδαπέστη ότι «η εκλογή Τραμπ πρέπει να αφυπνίσει την Ευρώπη από τη γεωπολιτική της αφέλεια, και να την κάνει να συνειδητοποιήσει ότι πρέπει να εξασφαλιστούν πρόσθετοι πόροι για ζητήματα ανταγωνιστικότητας και ευρωπαϊκής άμυνας».
Και είναι πολύ πιθανό, εάν ο αμερικανός πρόεδρος υλοποιήσει τις προεκλογικές του υποσχέσεις και επιβάλει δασμούς σε ευρωπαϊκά προϊόντα, αυτό να φέρει τους δύο ηγέτες απέναντι. Γι’ αυτό και ο πρωθυπουργός πρέπει να ισορροπήσει σε ένα λεπτό σκοινί μεταξύ Ευρωαμερικανικών σχέσεων και Ελληνομερικανικών σχέσεων.
Επίσης η Αθήνα περιμένει να δει δείγματα γραφής από την νέα πολιτική σχέση που θα έχει ο πρόεδρος Τραμπ με τον Ταγίπ Ερντογάν, σχέση η οποία, κατά την προηγούμενη θητεία του, είχε περάσει από διάφορες φάσεις αγάπης και μίσους.
Γι’ αυτό και η Αθήνα θέλει να χτίσει συστηματικά τις νέες σχέσεις επικοινωνίας που θα έχει με τον Λευκό Οίκο, αναμένοντας και το ποιοι Ελληνοαμερικανοί συνεργάτες του νέου προέδρου θα τοποθετηθούν σε θέσεις κλειδιά.
Σημαντικό ρόλο θα παίξουν το επόμενο διάστημα οι τρεις, ελληνικής καταγωγής, αμερικάνοι πολιτικοί Γκας Μπιλιράκης, Μάικ Χαριδόπουλος και Νικόλ Μαλλιωτάκη, που εξελέγησαν με τους ρεπουμπλικάνους και έχουν προσωπικές σχέσεις με τον αμερικανό πρόεδρο.
Επίσης κρίσιμο θέμα είναι το πως θα αντιμετωπίσει ο νέος αμερικανός πρόεδρος τον πόλεμο Ρωσίας – Ουκρανίας και τι θα ζητήσει από την Ευρώπη γι’ αυτό το θέμα, δεδομένης της θερμής στήριξης που παρείχε στην Ουκρανία – και σε ευρωπαϊκό και σε ελληνικό επίπεδο – ο έλληνας πρωθυπουργός.
Ενδιαφέρον επίσης θα έχει εάν και πότε θα αξιοποιήσει ο αμερικανός πρόεδρος πρόσκληση που του απηύθυνε ο Κυριάκος Μητσοτάκης, να επισκεφθεί επισήμως την Αθήνα.
Πάντως και οι δύο πλευρές – Ελλάδα και Ηνωμένες Πολιτείες – επιθυμούν την περαιτέρω στρατηγική εμβάθυνση των σχέσεων των δύο χωρών, και μένει το επόμενο διάστημα να φανεί με ποιους τρόπους και με ποιες κινήσεις μπορεί να γίνει αυτό.
Διαβάστε επίσης
Η κυβέρνηση βλέπει στην κρίση του ΣΥΡΙΖΑ την επαναφορά του διπόλου ΝΔ-ΠΑΣΟΚ