Η διαγραφή του Σαμαρά από τον Μητσοτάκη δημιούργησε μια σειρά ερωτήματα:
● Θα επιδεινωθεί το εσωκομματικό κλίμα μετά την εκδίωξη του πρώην πρωθυπουργού;
● Θα κάνει νέο κόμμα ο Σαμαράς ή θα στηρίξει κάποια απ’ αυτά που κινούνται δεξιά της Ν.Δ.;
● Ισχυροποιείται ή αποδυναμώνεται ο Μητσοτάκης με αυτή την κίνηση;
Κατ’ αρχάς το κλίμα στο κυβερνών κόμμα είναι ήδη κακό και, ακόμη κι αν δεν χειροτερέψει, αποκλείεται να βελτιωθεί σε ορατό χρόνο. Η επίδειξη ισχύος του πρωθυπουργού είναι καθαρά αμυντική και αποσκοπεί στο συμμάζεμα της γκρίνιας. Μέχρι εκεί.
Το τι θα κάνει ο Σαμαράς δεν είναι σαφές, αλλά πολύ δύσκολα θα προκαλέσει περαιτέρω βλάβη στη Νέα Δημοκρατία. Κόμμα δεν μπορεί να κάνει. Μια στήριξη σε άλλο «διαμέρισμα» της δεξιάς «πολυκατοικίας» θα αφαιρέσει περισσότερο πολιτικό κεφάλαιο από τον ίδιο παρά από τον Μητσοτάκη.
Άλλωστε αυτό το ενδεχόμενο δεν φαίνεται να υπήρχε στο πλάνο του, όπως έδειξε ο πλήρης αιφνιδιασμός του από τη διαγραφή, η οποία ήταν αποτέλεσμα δικής του λανθασμένης εκτίμησης των πραγμάτων και όχι σχεδιασμένη ή επιθυμητή από τον ίδιο ή τον πρωθυπουργό.
Το ενδιαφέρον λοιπόν εστιάζεται εκεί όπου υπάρχει πραγματικό ενδιαφέρον: στο αν η διαγραφή Σαμαρά ενισχύει ή αποδυναμώνει τον Μητσοτάκη. Η κατ’ αρχήν απάντηση είναι ότι δεν συμβαίνει τίποτε από τα δύο, καθώς το μεγάλο πρόβλημα του πρωθυπουργού δεν ήταν ο Σαμαράς – και πολύ λιγότερο ο Καραμανλής –, αλλά μια σειρά αδυναμίες, οι οποίες παραμένουν:
● Η αναποτελεσματική κυβέρνηση.
● Η έλλειψη ισχυρού επιτελείου στο Μαξίμου, όπου οι ικανοί συνεργάτες δεν περισσεύουν.
● Η δυσαρέσκεια της κοινωνίας, η οποία δεν βλέπει λύσεις στα προβλήματά της.
● Το (πολιτικό) «ξύλο» που τρώνε οι βουλευτές της Ν.Δ. στην επαφή τους με την κοινωνία, η οποία τους μετατρέπει σε αγωγούς της κοινωνικής πίεσης προς την κυβέρνηση.
Προφανώς μια επίδειξη πυγμής ο Μητσοτάκης την είχε ανάγκη ύστερα από ενάμιση χρόνο άμυνας και ακινησίας και το σοκ των ευρωεκλογών. Όμως ο απόηχος από αυτού του είδους τις κινήσεις κρατάει πάντα λίγο. Οι πολίτες ελάχιστα ενδιαφέρονται για το αν ο Μητσοτάκης μπορεί ή δεν μπορεί να επιβληθεί στους υπουργούς της κυβέρνησής του και στα στελέχη του κόμματός του.
Αυτό που τους απασχολεί είναι η καθημερινότητα, τα προβλήματα και η προοπτική των ιδίων και των οικογενειών τους. Συνεπώς ο εντεταλμένος να τα αντιμετωπίσει πρωθυπουργός ή θα προσφέρει αποτελέσματα – έστω την αίσθηση πως κάνει το καλύτερο δυνατόν – ή θα αντιμετωπίσει τις πολιτικές συνέπειες. Εκεί και μόνον εκεί κρίνεται το παιχνίδι.
Διαβάστε επίσης:
Γιατί διέγραψε ο Πρωθυπουργός τον Αντώνη Σαμαρά;
ΣΥΡΙΖΑ: Η εγχείρηση πέτυχε, ασθενής απέθανε
Να «επιστρατευθούν» οι μεγιστάνες