Ο Βασιλής Λιόσης, συγγραφέας του βιβλίου «Μισός Αιώνας από τη Μεταπολίτευση» μιλάει στον Παναγιώτη Παπαδομανωλάκη, στο TPP, με αφορμή την πρόσφατη επέτειο των 51 ετών από την εξέγερση του Πολυτεχνείου.
Συνέντευξη στον Παναγιώτη Παπαδομανωλάκη
Ο Β. Λιόσης σημειώνει πως υπάρχει μια αμφισημία μεταξύ των ερευνητών στον ορισμό της έννοιας της Μεταπολίτευσης, με ορισμένους να την αντιμετωπίζουν ως τη «στιγμιαία κατάσταση» πτώσης της χούντας, ενώ άλλοι θεωρούν πως πρόκειται για χρονική περίοδο. Ο ίδιος, κάνοντας μια «αντίστοιξη» με το εμφυλιακό και μετεμφυλιακό κράτος, καθώς και την περίοδο της χούντας, ορίζει τη Μεταπολίτευση ως τη χρονική περίοδο από το 1974, η οποία περιλαμβάνει ορισμένα «καινοφανή» χαρακτηριστικά, μεταξύ των οποίων η αποκατάσταση της αστικής δημοκρατίας και ο εκδημοκρατισμός του κράτους, σε κάποιο τουλάχιστον βαθμό, η άνοδος του λαϊκού κινήματος, όπως το εργατικο και νεολαϊστικο κίνημα, η εφαρμογή του κεϋνσιανισμού, πολιτιστική άνθιση του πολιτικού τραγουδιού και άλλα.
Σύμφωνα με τον ίδιο, η Μεταπολίτευση τελείωσε το 1985 με την εφαρμογή του σταθεροποιητικού προγράμματος Σημίτη, το οποίο εγκαινιάζει το νεοφιλελεύθερο υπόδειγμα και κατά τον συγγραφέα ήταν μια «μορφή μνημονίου», καθώς ήταν «ντιρεκτίβα» του ΔΝΤ. Αυτό περιλάμβανε την κατάργηση της Αυτόματης Τιμαριθμικής Αναπροσαρμογής (ΑΤΑ), την απαγόρευση των αυξήσεων των μισθών και άλλα. Επιπλέον, το «τέλος της Μεταπολίτευσης» χαρακτηρίζεται από μια πτωτική τάση του λαϊκού κινήματος και περαιτέρω συντηρητικοποίηση των πολιτικών κομμάτων, αφού ο νεοφιλελευθερισμός κυριάρχησε και στη σφαίρα της ιδεολογίας.
Η υποχώρηση του αντιιμπεριαλιστικού κινήματος και του αντιαμερικανισμού, που είχε αναπτυχθεί κατά την περίοδο της Μεταπολίτευσης λόγω του ρόλου των ΗΠΑ στη δικτατορία, είναι ακόμα ένα χαρακτηριστικό του «τέλους της Μεταπολίτευσης», αν και σύμφωνα με τον συγγραφέα υπάρχει κάποια επανάκαμψη του αντιιμπεριαλισμού το τελευταίο διάστημα με τη σφαγή στην Παλαιστίνη. Ο ίδιος αποδίδει την υποχώρηση του αντιιμπεριαλιστικού κινήματος σε παράγοντες, όπως η ανατροπή των σοσιαλιστικών χωρών και η νεοφιλελεύθερη προπαγάνδα. Ειδικά στην ελληνική περίπτωση αποδίδει ευθύνες κυρίως στη διάψευση των αντιιμπεριαλιστικών συνθημάτων απέναντι στο ΝΑΤΟ και την ΕΕ από το ΠΑΣΟΚ και στη συνέχεια από τον ΣΥΡΙΖΑ. Ακόμα, υποστηρίζει πως ευθύνες έχει και η ηγεσία του ΚΚΕ, λέγοντας πως άλλαξε τη θεώρησή του για την «εξάρτηση» της χώρας από τον ιμπεριαλισμό, ενώ «τελευταία απόρροια αυτής της άλλαγης θέσης είναι το γεγονός πως από τους σχεδιαστές του πραξικοπήματος του ’67 έχουν αφαιρεθεί οι ΗΠΑ, με το σκεπτικό ότι η ελληνική αστική τάξη δρούσε αυτοτελώς».
Σύμφωνα με τον ίδιο, η ελληνική αστική τάξη έχει ένα βιομηχανικό και ένα «αεριτζίδικο» τμήμα, όπου ενώ το 1974 ο βιομηχανικός τομέας, ο κλάδος των υπηρεσιών και η γεωργία είναι σχεδόν μοιρασμένα, πλέον οι υπηρεσίες έχουν κυριαρχήσει. Ωστόσο, σημειώνει πως όχι μόνο η «αεριτζίδικη» αστική τάξη, αλλά και η βιομηχανική αποδέχεται την «εξάρτηση» της χώρας, καθώς η ένταξη στην ΕΕ τη βοηθάει να συνθλίβει την εργατική τάξη.
Τέλος, ο Β. Λιόσης κάνει λόγο για «βαθιά συντηρητικοποίηση της κοινωνίας», που χαρακτηρίζεται από την απομάκρυνση από τις αρχές του Διαφωτισμού, της Ρώσικης Επανάστασης και των επαναστάσεων του 20ου αιώνα, με αποτελέσματα όπως η υποχώρηση της συλλογικότητας και η άνοδος του ανορθολογισμού. Ωστόσο, σημειώνει πως υπάρχουν ελπιδοφόρα σημάδια, όπως εργατικές νίκες στη Teleperformance και την E-food ή οι μαζικές κινητοποιήσεις για τα Τέμπη. Καταλήγει, πως οι πολιτικές δυνάμεις που αντιλαμβάνονται τη σημερινή κατάσταση χρειάζεται να ξεπεράσουν τον σεκταρισμό και να δώσουν μια μετωπική απάντηση, ενώ χρειάζεται επίσης η ανασύσταση του κομμουνιστικού κινήματος.