Ο λατινικός όρος «annus horribilis» (τρομερό έτος) μοιάζει να ταιριάζει γάντι στην κυβέρνηση για τη χρονιά που βαίνει προς το τέλος της.
Μετά τη διπλή νίκη στις εκλογές του 2023 τα πράγματα έμοιαζαν να πηγαίνουν διαρκώς στραβά, με αποκορύφωμα το «στραπάτσο» στην ευρωκάλπη του Ιουνίου του 2024, όταν η Ν.Δ. έχασε σχεδόν πέντε εκατοστιαίες μονάδες σε σχέση με τις ευρωεκλογές του 2019 και 13 μονάδες σε σχέση με τις εθνικές εκλογές του Ιουνίου του 2023.
Και, επειδή, όπως λέει και ο σοφός λαός, «η φτώχεια φέρνει γκρίνια», η κυβέρνηση και η Ν.Δ. βυθίστηκαν σε περίοδο εσωστρέφειας, με τη δεξιά πτέρυγα του κόμματος και της Κ.Ο. να «σηκώνει μπαϊράκι» και να απαιτεί αλλαγές σε πρόσωπα και πολιτικές, κατηγορώντας την κυβέρνηση ότι έχει εγκαταλείψει την παραδοσιακή δεξιά πτέρυγα και ιδεολογία της και ότι έχει υιοθετήσει μόνο κεντρώες πολιτικές, και επισημαίνοντας ότι υπάρχει κίνδυνος λεηλασίας του εκλογικού σώματος από τα κόμματα στα δεξιά της Ν.Δ.
Εν πάση περιπτώσει, ύστερα από κάμποσες όχι και πολύ πετυχημένες προσπάθειες επανεκκίνησης της κυβέρνησης, φαίνεται ότι η συζήτηση και η ψήφιση του προϋπολογισμού να λειτούργησε ως θρυαλλίδα για να «πάρει τα πάνω της» η Ν.Δ., κάτι που άρχισε να φαίνεται και στις τελευταίες δημοσκοπήσεις: όχι ότι οι πολίτες έπαψαν να είναι δυσαρεστημένοι με την ακρίβεια ή με κάποιες πολιτικές επιλογές της κυβέρνησης, ωστόσο φαίνεται ότι τα μέτρα για τις προμήθειες των τραπεζών καθώς και κάποιες αυξήσεις σε μισθούς και συντάξεις αρχίζουν να κάμπτουν το μέγεθος της δυσφορίας.
Ταυτόχρονα, όσον αφορά στο μέτωπο της αντιπολίτευσης:
● Το ΠΑΣΟΚ μοιάζει να έχει «κολλήσει» σε ένα ποσοστό λίγο κάτω από το 20%, χωρίς να δείχνει ικανό να απαντήσει ακόμα στο κρίσιμο ερώτημα «γιατί εμένα».
● Ο ΣΥΡΙΖΑ και το Κίνημα Δημοκρατίας δεν μοιάζουν να μπορούν να προσελκύσουν ψηφοφόρους για κάτι περισσότερο από μονοψήφια ποσοστά.
● Τα κόμματα στα δεξιά της Ν.Δ. δείχνουν να έχουν «ταβανιάσει» σε ένα ποσοστό κάτω από 20% και να αλληλοσπαράσσονται για ψηφοφόρους και ιδεολογικές «τοποθετήσεις».
Νέα στρατηγική
Σε αυτό το σκηνικό, το εσωκομματικό κλίμα έχει παρουσιάσει σαφή βελτίωση – βοήθησαν και οι 158 ψήφοι του προϋπολογισμού, η συνάντηση του Κυριάκου Μητσοτάκη με τους εκτός κυβέρνησης βουλευτές στο Μέγαρο Μαξίμου, αλλά και η γενικώς θετική ανταπόκριση των πολιτών στη διαγραφή Σαμαρά από τη Ν.Δ. (η πλειοψηφία θεωρεί ότι ήταν επιβεβλημένη, βάσει δημοσκοπήσεων).
Με αυτό το δεδομένο η κυβέρνηση μοιάζει να υιοθετεί μια νέα στρατηγική / πολιτική, που στόχο έχει να αμβλύνει ακόμα περισσότερο τη δυσφορία και δυσαρέσκεια των πολιτών, με απώτερο σκοπό να φέρει κατά το δυνατόν «ίσα βάρκα – ίσα νερά» τις απώλειες που υπέστη στις ευρωεκλογές και μετά, και να δημιουργήσει μια θετική προοπτική για το 2025.
Ποια είναι αυτή η νέα στρατηγική; Μα, φυσικά, η επιτάχυνση κάθε πιθανού και απίθανου έργου και νομοσχεδίου που θα μπορούσε να έχει θετική επίδραση στην καθημερινότητα γενικώς των πολιτών και ειδικά ομάδων που θεωρούνται κρίσιμες για τις εκλογικές επιδόσεις της Ν.Δ., όπως, για παράδειγμα, οι ένστολοι, οι πιο συντηρητικοί πολίτες, η ευρύτερη μεσαία τάξη κ.λπ. Στην ουσία η κυβέρνηση ετοιμάζεται για έναν «μαραθώνιο» μέσα στο 2025, κατά τη διάρκεια του οποίου επιδιώκει να «κλείσει τρύπες» και να ανακτήσει το έδαφος που έχασε κατά τη διάρκεια το 2024.
Άλλωστε, αν και ο πρωθυπουργός κατά την εισήγησή του στο χθεσινό Υπουργικό Συμβούλιο δεν έκανε ευθεία αναφορά στο θέμα, σημείωσε χαρακτηριστικά ότι «δεν έχουμε την πολυτέλεια του εφησυχασμού. Το ξέρουμε καλά ότι η ευθύνη δεν πάει διακοπές. Οπότε θα συνεδριάσουμε και πάλι, όπως είπα, αμέσως μετά, στις 10 Ιανουαρίου, προκειμένου να ολοκληρώσουμε τον ετήσιο προγραμματισμό μας».
Πρέπει δε να σημειωθεί ότι ήδη από τη Βουλή έχουν ψηφιστεί οι ρυθμίσεις για τις χρεώσεις των τραπεζών και οι μηδενικές συμμετοχές στα φάρμακα για χαμηλοσυνταξιούχους που στο παρελθόν θα είχαν δικαίωμα ΕΚΑΣ.
Το μεγάλο βάρος
Δεν είναι τυχαίο ότι στο τελευταίο Υπουργικό Συμβούλιο συζητήθηκαν δύο νομοθετικές πρωτοβουλίες που έχουν κοινωνικό πρόσημο:
● από τη μία η απαλλοτρίωση του υφιστάμενου χώρου και η μετεγκατάσταση των φυλακών Κορυδαλλού
● και από την άλλη το νομοσχέδιο του υπουργείου Άμυνας για το στεγαστικό των Ενόπλων Δυνάμεων (και όχι μόνο), με τον πρωθυπουργό να αναφέρει ότι «αξιοποιώντας τη σημαντική ακίνητη περιουσία του υπουργείου Εθνικής Άμυνας, νομίζω ότι ο στόχος είναι κάθε στέλεχος των Ενόπλων Δυνάμεων που μετατίθεται μακριά από τη μόνιμη κατοικία του να μπορεί να έχει μια αξιοπρεπή διαμονή».
Μάλιστα, οι πληροφορίες αναφέρουν ότι αντίστοιχα προγράμματα σχεδιάζονται και για τους εκπαιδευτικούς και τους γιατρούς.
Από εκεί και πέρα, το μεγάλο βάρος θα πέσει στην αξιοποίηση του Ταμείου Ανάκαμψης, από το οποίο έχουν ήδη εκταμιευθεί περίπου 18 δισ. ευρώ (περίπου το 50%), με το Μαξίμου να αναφέρει, σύμφωνα με πληροφορίες, ότι θα πρέπει να αξιοποιηθεί μέχρι το τελευταίο σεντ, καθώς το πρόγραμμα λήγει το καλοκαίρι του 2026 και προς το παρόν η Ε.Ε. δεν δείχνει διάθεση να προχωρήσει σε ανάλογη κίνηση.
Για παράδειγμα, μέσα στο 2025 αναμένεται να «τρέξουν» τα 37.000 δωρεάν χειρουργεία που χρηματοδοτούνται από το Ταμείο, καθώς και όλες οι δράσεις με κοινωνικό αποτύπωμα (π.χ. βελτιώσεις υποδομών του ΕΣΥ), ενώ ιδιαίτερη έμφαση θα δοθεί και στο στεγαστικό πρόβλημα, με τα προγράμματα «Σπίτι Μου 2» (που θα απευθύνεται σε μεγαλύτερες ηλικίες) και «Κοινωνική Αντιπαροχή».
Όσον αφορά στο μέτωπο της ακρίβειας, ο πρωθυπουργός, στο κυριακάτικο μήνυμά του, ανέφερε ότι «σύμφωνα με την Eurostat, τον Νοέμβριο στην Ελλάδα είχαμε τον δεύτερο χαμηλότερο πληθωρισμό στα είδη διατροφής ανάμεσα στα 27 μέλη της Ε.Ε. Οι έλεγχοι στην αγορά συνεχίζονται αμείωτοι και αποδίδουν. Το μήνυμά μας είναι ξεκάθαρο: το επιχειρείν δεν μπορεί και δεν πρέπει να γίνεται εις βάρος των καταναλωτών».
Ωστόσο η στόχευση της κυβέρνησης είναι να συνεχίσει την πολιτική της αύξησης των εισοδημάτων, κυρίως μέσω μείωσης της φορολογίας, καθώς ο Κ. Μητσοτάκης έχει επανειλημμένα πει ότι κάποια στιγμή ο πληθωρισμός θα πέσει, αλλά οι αυξήσεις στα εισοδήματα θα παραμείνουν. Πάντως, η κυβέρνηση ούτως ή άλλως έχει «βάλει στο πρόγραμμα» και κάποιες άμεσες αυξήσεις αποδοχών (δημόσιοι υπάλληλοι, συνταξιούχοι, ένστολοι, κατώτατος μισθός).
Γιατί η πρεμούρα
Στην ερώτηση γιατί αυτή η… πρεμούρα, η απάντηση είναι προφανής: Αν θεωρήσει κάποιος ότι οι εκλογές θα γίνουν στο τέλος της τετραετίας, ουσιαστικά απομένουν στην κυβέρνηση δύο «γεμάτα» χρόνια, το 2025 και το 2026, προκειμένου να εφαρμόσει τις πολιτικές της και, ταυτόχρονα, να πείσει τους πολίτες που απομακρύνθηκαν από αυτήν (όπως φάνηκε στις ευρωεκλογές) πως έλαβε τα μηνύματά τους και πως κάνει ό,τι μπορεί για να παρέμβει βελτιωτικά στη ζωή τους, σε όλους εκείνους τους τομείς που οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι υστερεί (ακρίβεια, υγεία, ασφάλεια κ.λπ.).
Αξιοποιώντας δε την κάπως καλύτερη συγκυρία που έχει διαμορφωθεί, η κυβέρνηση επιδιώκει να χρησιμοποιήσει το 2025 για να καλύψει το χαμένο έδαφος.
Από την άλλη, αναγνωρίζοντας ότι η αντιπολίτευση και ειδικά το ΠΑΣΟΚ θα συνεχίσει να πιέζει για θέματα της καθημερινότητας (χθες ο Νίκος Ανδρουλάκης προανήγγειλε νέα παρέμβαση της αξιωματικής αντιπολίτευσης, αυτή τη φορά για τα ασφάλιστρα υγείας και τη νοσοκομειακή κάλυψη, κατηγορώντας την κυβέρνηση ότι έχει αφήσει τις ασφαλιστικές εταιρείες ανεξέλεγκτες), επιδιώκει να αναλαμβάνει η ίδια πρωτοβουλίες, ώστε να καθορίζει εκείνη την ατζέντα της πολιτικής συζήτησης στη χώρα και να μην φαίνεται ότι βρίσκεται πίσω από τις εξελίξεις (και, φυσικά, να αξιοποιεί και παρεμβάσεις της αντιπολίτευσης για να παρουσιάζει δικές της πρωτοβουλίες, όπως έγινε με τις χρεώσεις των τραπεζών).
Το σίγουρο είναι ότι εντός του 2025 θα δούμε την κυβέρνηση να προσπαθεί να τρέξει όσο το δυνατόν περισσότερο, καθώς αν… στραβώσουν τα πράγματα, αναγνωρίζεται ότι πολύ δύσκολα θα φθάσει το 2026 και κάποιοι μήνες του 2027 για να «σωθεί η παρτίδα».
Άλλωστε, με την κατάσταση που επικρατεί παγκοσμίως και ειδικά με την επικείμενη ανάληψη καθηκόντων από τον Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο, όλες οι εκτιμήσεις λένε ότι η Ευρώπη και μαζί η Ελλάδα θα μπουν σε δύσβατο δρόμο (κάτι οι απειλές για δασμούς, κάτι η αύξηση των κονδυλίων για την άμυνα, κάτι ο συναλλακτικός τρόπος με τον οποίο πολιτεύεται ο νέος Πρόεδρος των ΗΠΑ, όλα αυτά δεν προοιωνίζονται… ευκολίες).
Οπότε είναι λογικό να επιχειρηθεί επιτάχυνση όλων εκείνων των ενεργειών που θα μπορούσαν να έχουν θετικό αντίκτυπο στην κοινωνία, ώστε, ακόμα κι αν γίνουν πραγματικότητα τα πιο δυσμενή σενάρια, η κυβέρνηση να έχει προλάβει να λάβει μέτρα που θα απαλύνουν κάπως τις δυσκολίες. Εντούτοις σχεδόν όλοι παραδέχονται ότι τα δύσκολα είναι ακόμα μπροστά και ότι θα χρειαστεί καλός σχεδιασμός για να απαντηθούν οι μεγάλες προκλήσεις. Και φυσικά τα κατάλληλα πρόσωπα για να υπηρετήσουν τους στόχους…
Διαβάστε επίσης:
Σχέδιο να μπει σε λειτουργία από το 2026 ο διπλός ελληνικός Iron Dome – Τα τρία στάδια
ΣΥΡΙΖΑ για υπουργικό: Ο πρωθυπουργός διάβασε τους μπλε φακέλους του 2019