Τρεις δεκαετίες, ειδικά οι τελευταίες, με την ταχύτητα των εξελίξεων σε όλα τα πεδία, είναι αρκετές για να έχουμε αξιόπιστες και χρήσιμες συγκρίσεις.
Εξετάζοντας την περίοδο 1994-2024, τις εξελίξεις στην χώρα μας και στην Τουρκία, μπορούμε να καταλάβουμε και την διακύμανση των ελληνοτουρκικών σχέσεων, ίσως και την συνέχειά τους.
Φυσικά, οι διεθνείς εξελίξεις επηρεάζουν τόσο τις εσωτερικές εξελίξεις στις δύο χώρες, όσο και τις μεταξύ τους σχέσεις.
Η δεκαετία 1994-2004, είναι πολύ καλή για την χώρα μας και την Κύπρο, είναι πολύ καλή και για την Τουρκία.
Οι σχέσεις των δύο χωρών, ίσως είναι οι καλύτερες, μετά την δεκαετία που ακολούθησε την Συνθήκη της Λοζάνης.
Η δεκαετία 2004-2014, είναι περίοδος στασιμότητας και κρίσης για την χώρα μας, το ίδιο και για την Τουρκία, ειδικά στο δεύτερο ήμισύ της.
Οι ελληνοτουρκικές σχέσεις επίσης σε στασιμότητα.
Η τελευταία δεκαετία 2014-2024, είναι περίοδος κρίσεων και για τις δύο χώρες.
Η Τουρκία αξιοποιώντας τον δυναμισμό της οικονομίας της, την γεωπολιτική και στρατιωτική της ισχύ, εισβάλει στην Συρία και στο Ιράκ, παρεμβαίνει στην διένεξη Αιθιοπίας-Σομαλίας και δημιουργεί στρατιωτική βάση στην δεύτερη. Παρεμβαίνει στην σύγκρουση Αρμενίας-Αζερμπαϊτζάν και καθορίζει τις εξελίξεις στο Ναγκόρνο Καραμπάχ.
Παρεμβαίνει στρατιωτικά στην Λιβύη και υπογράφει με την κυβέρνηση της Τρίπολης, την διεθνώς αναγνωρισμένη, δύο μνημόνια συνεργασίας, ένα αμυντικό και ένα καθορισμού των θαλάσσιων ζωνών, κατά παράβαση του διεθνούς δικαίου. Παραβιάζει την οριοθετημένη ΑΟΖ της Κύπρου, υιοθετεί την στρατηγική της γαλάζιας πατρίδας και αμφισβητεί ακόμη και την ελληνικότητα των νησιών του Αιγαίου. Προσπαθεί να επιβάλλει στην πράξη με επίδειξη στρατιωτικής δύναμης την θέση της, ότι τα νησιά δεν έχουν ΑΟΖ.
Αυτονομείται από τις επιλογές του ΝΑΤΟ και της Ουάσιγκτον απέναντι στην Ρωσία, μετά την εισβολή στην Ουκρανία.
Κάνει αίτηση να ενταχθεί στην αντιδυτική οικονομική συνεργασία των
BRICS, ενώ απαιτεί την προώθηση της συνεργασίας με την ΕΕ και την βοήθειά της για την ανάσχεση των προσφυγικών-μεταναστευτικών ροών. Στην Υποσαχάρια Αφρική υποκαθιστά την ηττημένη Γαλλία και εσχάτως γίνεται ο ρυθμιστής των εξελίξεων στην Συρία.
Η χώρα μας την δεκαετία αυτή τρέχει πίσω από τις εξελίξεις και τις επιλογές της Τουρκίας και προσπαθεί με αποσπασματικές και αμφιλεγόμενες επιλογές, όπως οι συμφωνίες για την μερική οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών με Ιταλία και Αίγυπτο, να δείξει την αφοσίωσή της στο διεθνές δίκαιο και να ακυρώσει τις επιλογές της Τουρκίας.
Στην νέα δεκαετία, με τις νέες γεωπολιτικές και γεωοικονομικές αβεβαιότητες, Ελλάδα και Τουρκία εισέρχονται με διαφορετικές στρατηγικές.
Η χώρα μας ενταγμένη στις ευρωατλαντικές δομές, εδώ και δεκαετίες, ένιωθε ασφάλεια.
Από το 2008 μέχρι σήμερα, δηλαδή από την εμφάνιση της οικονομικής κρίσης και λίγο αργότερα από τον εμφύλιο στην Συρία και την προσάρτηση της Κριμαίας από την Ρωσική Ομοσπονδία, αρχίζει να νιώθει ανασφάλεια.
Η πρώτη προεδρία Τράμπ, 2016-2020, αποσταθεροποιεί τους ευρωατλαντικούς θεσμούς, η πανδημία του κορονοϊού φέρνει παγκόσμια ύφεση και γεννά φοβίες στον κόσμο.
Η επανεκκίνηση της παγκόσμιας οικονομίας δημιουργεί πληθωριστικά φαινόμενα και η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία τα κάνει εκρηκτικά, κυρίως στις χώρες της ΕΕ, ακόμη χειρότερα σε χώρες όπου είναι αδύναμοι οι ελεγκτικοί μηχανισμοί και ολιγοπωλιακές οι ανελαστικές αγορές αγαθών και υπηρεσιών, όπως η δική μας.
Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ το 2017, ξεκινά μια νέα στρατηγική διμερή συνεργασία με τις ΗΠΑ, με στόχο να διατηρήσει την υποστήριξη Τραμπ στο ΔΝΤ, για την ρύθμιση του δημόσιου χρέους, την οποία επέκτεινε και ολοκλήρωσε τα επόμενα χρόνια η κυβέρνηση Μητσοτάκη.
Η χώρα μας με τις αμυντικές συμφωνίες με Γαλλία και ΗΠΑ, επιλέγει την απόλυτη ταύτισή της με την Γαλλία και κυρίως με τις ΗΠΑ, παρ’ ότι οι δύο χώρες έχουν και αποκλίνουσες επιλογές, οι οποίες υποχωρούν με την προεδρία Μπάιντεν και εντείνονται με την προεδρία Τράμπ.
Η νέα προεδρία Τράμπ είναι βέβαιο ότι, αρχικά τουλάχιστον, θα ρηγματώσει τις σχέσεις ΗΠΑ-ΕΕ και ΗΠΑ-ΝΑΤΟ, ενώ είναι αβέβαιο στα όρια της τετραετίας, αν θα ισορροπήσει και σε ποιο σημείο. Το μόνο που είναι σίγουρο είναι ότι, οι χώρες της ΕΕ, άλλες λιγότερο και άλλες περισσότερο, θα βγουν ζημιωμένες, τουλάχιστον οικονομικά, πολλοί περισσότερο χώρες σαν την δική μας, με τα μεγάλα παραγωγικά, θεσμικά και κοινωνικά προβλήματα, αλλά και με ανοικτά προβλήματα στα ανατολικά της σύνορα.
Στο νέο πολυπολικό κόσμο με τις γεωπολιτικές αβεβαιότητες και τα νέα ψυχροπολεμικά μέτωπα σε Ευρώπη και Ειρηνικό, η Τουρκία επιλέγει αντίθετο δρόμο.
Με υψηλή αυτοπεποίθηση και υψηλό ρίσκο απομακρύνεται από την Δύση και τους ευρωατλαντικούς θεσμούς και ενισχύει πολύπλευρα τις σχέσεις της με τους δύο άλλους πόλους, την Ρωσία και την Κίνα, όπως και την φιλόδοξη και σε μεγάλο βαθμό γεωοικονομική συνεργασία των BRICS.
Οι εξελίξεις φαίνεται να την ευνοούν και σε μεγάλο βαθμό να επιβεβαιώνουν τις επιλογές Ερντογάν.
Η Τουρκία μπαίνει στο 2025 με στρατηγική περιφερειακής υπερδύναμης, με αναθεωρητικά στοιχεία στην πιο επιθετική της πλευρά, με περιφερειακές συμμαχίες, από ηγεμονική θέση, στην ήπια πλευρά της.
Το 2017 έκλεισε, μετά τις τρεις εισβολές στην βόρεια Συρία, το μαλακό υπογάστριό της και στράφηκε δυτικά, στην ανατολική Μεσόγειο και το Αιγαίο, δηλαδή στην Κύπρο και την Ελλάδα, τα γεγονότα τα ξέρουμε.
Τα ήρεμα νερά της τελευταίας διετίας, αξιοποιούνται για να βελτιώσει τις σχέσεις τις με Βρυξέλλες και Ουάσιγκτον, για να λύσει οικονομικά και εξοπλιστικά προβλήματα.
Είναι βέβαιο ότι, χρειάζεται δύο τουλάχιστον χρόνια για να κεφαλαιοποιήσει την επιτυχία της στην Συρία και να επιχειρήσει να αξιοποιήσει τις επιλογές Τραμπ.
Η επόμενη ημέρα ποια θα είναι για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις και την Κύπρο;
Με ποιους όρους και συσχετισμούς θα τις διαχειριστούν οι δύο χώρες;
Στην κυβέρνηση και τα κόμματα της αντιπολίτευσης που διεκδικούν την κυβερνητική εξουσία, πως αναλύουν τις εξελίξεις και ποιες στρατηγικές επιλογές έχουν;
Διαβάστε επίσης:
Οδηγός για τον φόρο στα φιλοδωρήματα – Όλα όσα ισχύουν