0 1 min 17 ώρες

Του Γιώργου Λακόπουλου

Κανένα κόμμα αξιωματικής αντιπολίτευσης, όπως το ΠΑΣΟΚ τώρα, δεν έχει τύχη αν στο εσωτερικό του στελέχη του δημιουργούν προγεφυρώματα της κυβερνητικής πολιτικής.

Πρώτα η θεωρία. Πολιτική είναι η σύγκρουση με άλλους που έχουν την ίδια επιδίωξη, αλλά διαφορετικές απόψεις. Και σ’ αυτή τη σύγκρουση ο πολιτικός για να πέτυχει τον στόχο του προσέρχεται με τον διακριτό εξοπλισμό του: ιδεολογία, πρόταση, ύφος δημόσιας παρουσίας.

Ακριβώς τα ίδια ισχύουν και για τα κόμματα – ανάλογα με τη θέση τους στο πολιτικό σκηνικό. Όταν βρίσκονται στην αντιπολίτευση, πρέπει να κάνουν αντιπολίτευση… Και αυτό μοιάζει με την εγκυμοσύνη: δεν υπάρχει ολίγον.

Ως κόμμα το ΠΑΣΟΚ είχε αυτές τις αρχές στον πυρήνα ίδρυσής του. Αλλά μόνο δυο από τους επικεφαλής του τις υλοποίησαν με συνέπεια και το οδήγησαν στην κυβέρνηση: οι δυο Παπανδρέου. Ο Σημίτης το παρέλαβε στην κυβέρνηση και δεν τις χρειάσθηκε.

Από τη στιγμή που η αριθμητική της Βουλής το μετακίνησε στον ρόλο της μείζονος αντιπολίτευσης – φέρνοντας, στα χαρτιά τουλάχιστον, ένα σκαλί πλησιέστερα το στόχο της διακυβέρνησης – αναπόφευκτα τίθεται το ερώτημα: «τι αντιπολίτευση πρέπει να κάνουμε;».

Ως επικεφαλής του κόμματος ο Νίκος Ανδρουλάκης, μετά τη – μάλλον αχρείαστη – συνάντηση του με τον Πρωθυπουργό, μίλησε για «παραγωγική αντιπολίτευση». Ήτοι άσκηση πιέσεων στην κυβέρνηση να υιοθετήσει μέτρα που της προτείνει και αναμέτρηση με περιθώρια θεματικής συναίνεσης.

Με προσέγγιση περισσότερο συμβατή με το «ιστορικό ΠΑΣΟΚ», ο εκ των διεκδικητών της ηγεσίας, Παύλος Γερουλάνος, ζήτησε συγκέντρωση των πυρών αποκλειστικά στην κυβέρνηση. Κρίνοντας αποπροσανατολισμό να επιτίθεται το ΠΑΣΟΚ σε όμορα κόμματα – δίκην αντιπολίτευσης στην αντιπολίτευση.

Αν αυτό δείχνει ότι η «γραμμή» για την τακτική δεν είναι ενιαία και καθαρή, η διαφοροποίηση στην αξιολόγηση της κυβέρνησης θολώνει τη στρατηγική και αποδυναμώνει το μήνυμα του ΠΑΣΟΚ ως εν δυνάμει φορέα εναλλακτικής πρότασης.

Προ ημερών η αρμόδια για τον «πολιτικό σχεδιασμό» μίλησε με τρόπο που έδειχνε αποδοχή του διαβόητου «σχεδίου Πισαρίδη» – που αποτελεί τη βάση της αντιλαϊκής κυβερνητικής πολιτικής, όπως το ΠΑΣΟΚ έχει καταγγείλει εξ αρχής. Η θέση της «έχει θετικά πράγματα και σοβαρά στοιχεία» – με επίκληση σε… προσωπική συνεργασία, εκτός ΠΑΣΟΚ – αντί να αντιπολιτεύεται, δικαιώνει την κυβέρνηση.

Καθώς κομματικοί και κοινοβουλευτικοί παράγοντες απέφυγαν να σχολιάσουν αυτή την «εξοικείωση» με την κυβερνητική πολιτική, άνοιξε κερκόπορτα. Ο ευρωβουλευτής Γιάννης Μανιάτης – για τον οποίο ο Ανδρουλάκης παραβίασε την επετηρίδα της σειράς εκλογής, όταν τον όρισε επικεφαλής της ευρωομάδας-, τη βρήκε ανοιχτή και αγιογραφεί τον Μητσοτάκη.

Έκρινε «πολύ θετική» την εμπλοκή του στη «σύνοδο» δυο χωρών του Βορρά και δυο του Νότου – συν την αμφιλεγόμενη ύπατη εκπρόσωπο της Κομισιον, Κάγια Κάλλας. Μαζί με τους πρωθυπουργούς της Φινλανδίας και Σουηδίας και την ακροδεξιά Μελόνι από την Ιταλία, ήταν περισσότερο μια περιθωριακή δράση της ευρωπαϊκής Δεξιάς.

Εμπλέκοντας το ΠΑΣΟΚ, ο ευρωβουλευτής το σύνδεσε και με τη σπουδή Μητσοτάκη να αποδεχθεί την αξίωση Τραμπ, για υπερδιπλασιασμό της εθνικής εισφοράς στο ΝΑΤΟ. Δυο μέρες μετά την – κατάπτυστη – αποχή της Ελλάδας από τη ψηφοφορία στον ΟΗΕ για την υποχρέωση του Ισραήλ να παρέχει ανθρωπιστική βοήθεια στους Παλαιστίνιους στη Γάζα.

Αν κεντρικά κομματικά στελέχη στερούν από τον Ανδρουλάκη το προνόμιο να ορίζει την κομματική θέση σε κρίσιμα θέματα και συγκλίνουν με τις, μάλλον ΙΧ, επιλογές του Μητσοτάκη, τι διαφορετικό κομίζει το ΠΑΣΟΚ για να αντιπολιτευθεί τη ΝΔ;

Κανένα κόμμα αξιωματικής αντιπολίτευσης δεν έχει τύχη αν στο εσωτερικό του στελέχη του δημιουργούν προγεφυρώματα της κυβερνητικής πολιτικής.

Το άρθρο Το ΠΑΣΟΚ δεν έχει καμία τύχη με στελέχη σαν τον Γιάννη Μανιάτη εμφανίστηκε πρώτα στο Periodista.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.