Καθώς το 2024 φθάνει στο τέλος του, η κυβέρνηση μπορεί να υπερηφανεύεται ότι – αν μη τι άλλο – η χρονιά τελειώνει αρκετά καλύτερα απ’ όσο άρχισε και ότι οι προοπτικές για το 2025 είναι ελαφρώς πιο ευοίωνες.
Εντάξει, η αλήθεια είναι ότι το 2024 ήταν μια χρονιά – σοκ για το Μαξίμου και την Πειραιώς, καθώς για πρώτη φορά ύστερα από χρόνια αμφισβητήθηκε (και μάλιστα όχι από κάποιο κόμμα, αλλά από το εκλογικό σώμα) η απόλυτη κυριαρχία της Νέας Δημοκρατίας στο πολιτικό σκηνικό της χώρας.
Και μπορεί αυτή η αμφισβήτηση να έμεινε λειψή, καθώς δεν υπάρχει στον ορίζοντα «αντίπαλον δέος» για το κυβερνών κόμμα (το ΠΑΣΟΚ προσπαθεί να «σπάσει το φράγμα» του 20%, ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ απλώς δεν βρίσκεται καν στο πλάνο…), ωστόσο αυτό δεν σημαίνει ότι μια συνεχιζόμενη πτωτική πορεία δεν θα μπορούσε εν τέλει να προκαλέσει ανήκεστο βλάβη.
Στο πλαίσιο αυτό η αλλαγή κλίματος που μοιάζει να συντελέστηκε το τελευταίο διάστημα (ιδίως μετά την υπερψήφιση του προϋπολογισμού και τα μέτρα για τράπεζες, συνταξιούχους και ένστολους που ανακοίνωσε ο πρωθυπουργός, αλλά και με βάση τους σχεδιασμούς της κυβέρνησης, ώστε να πέσει χρήμα και να αναληφθούν πρωτοβουλίες μέσα στο επόμενο έτος, όπως, άλλωστε, έγραψε και το «Ποντίκι») μοιάζει με πραγματικό βάλσαμο έπειτα από μια περίοδο αναταραχής, πιέσεων, αποτυχημένων προσπαθειών για reboot της κυβέρνησης, γκρίνιας και δύο διαγραφών (Μάριος Σαλμάς και Αντώνης Σαμαράς) που «ταρακούνησαν» σοβαρά το κυβερνητικό «καράβι».
Κάπως έτσι, δηλαδή ελαφρώς καλύτερα από πέρσι, η κυβέρνηση ετοιμάζεται να υποδεχθεί το 2025, το οποίο, όπως έχει εξηγηθεί, είναι εξαιρετικά κρίσιμο για τους εκλογικούς στόχους της Νέας Δημοκρατίας και το οποίο υπόσχεται πολλές προκλήσεις για το Μαξίμου.
Προκλήσεις που εν πολλοίς θα καθορίσουν την αποτελεσματικότητα του σχεδιασμού της κυβέρνησης, προκειμένου η μικρή ανάκαμψη που καταγράφεται σε κάποιες δημοσκοπήσεις να αποκτήσει χαρακτηριστικά ισχυρής τάσης, αλλά και που ενδέχεται να δοκιμάσουν τις αντοχές της, ιδίως σε τομείς της πολιτικής που έχουν αποδειχθεί «αχίλλειος πτέρνα» για την κυβέρνηση και που, εν τέλει, οδήγησαν στο στραπάτσο των ευρωεκλογών.
Η αλήθεια είναι ότι οι προκλήσεις αυτές, λίγο – πολύ, είναι γνωστές. Ωστόσο, δεδομένης της αναταραχής και αβεβαιότητας που επικρατεί στο διεθνές περιβάλλον, αλλά και εγγενών διαρθρωτικών προβλημάτων της χώρας, θεωρείται σχετικά εύκολο τα πράγματα να στραβώσουν πολύ και τελικά ένα πρόβλημα να γίνει χειρότερο, χωρίς ντε και καλά να ευθύνεται γι’ αυτό η κυβέρνηση.
Εν πάση περιπτώσει, εν είδει… Καζαμία, ακολουθεί ένας κατάλογος με τα μεγάλα γεγονότα, αλλά και τις μεγάλες προκλήσεις του 2025 για τον πρωθυπουργό και την κυβέρνηση.
Εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας
Ένα από τα μεγάλα προβλήματα που προκάλεσε στο Μαξίμου και στην κυβέρνηση το εκλογικό στραπάτσο της 9ης Ιουνίου ήταν και η εξαιρετικά μεγάλη πίεση που άσκησε η λεγόμενη δεξιά πτέρυγα του κόμματος για το πρόσωπο του Προέδρου της Δημοκρατίας ζητώντας αμιγώς παραταξιακό υποψήφιο και θεωρώντας ότι η νυν ΠτΔ Κατερίνα Σακελλαροπούλου αποτελεί μέρος του προβλήματος που οδήγησε στο αποτέλεσμα των ευρωεκλογών, δηλαδή, μιας υπερβολικά μεγάλης στροφής της Νέας Δημοκρατίας προς το Κέντρο και απομάκρυνσης από τη δεξιά παράδοση.
Ενώ αρχικά φαινόταν ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης είχε αποδεχθεί τις ενστάσεις των βουλευτών και «ψαχνόταν» για «παραταξιακό» υποψήφιο ΠτΔ (είχαν ακουστεί τα ονόματα του Νίκου Δένδια και του Κώστα Τασούλα), φαίνεται ότι πλέον βρισκόμαστε σε νέα φάση όπου και το όνομα της Σακελλαροπούλου βρίσκεται στη short list του πρωθυπουργού, αλλά και «παίζουν» ονόματα που θα μπορούσαν να έχουν ευρύτερη απήχηση, ώστε ο νέος ή η νέα ΠτΔ να χαίρει ευρύτερης συναίνεσης εντός της Βουλής.
Τέλος πάντων, κοντός ψαλμός αλληλούια, καθώς ο Μητσοτάκης αναμένεται να ανακοινώσει το πρόσωπο που θα προτείνει μέσα στο δεύτερο δεκαπενθήμερο του Ιανουαρίου.
Εκλογικός νόμος
Ένα από τα νομοσχέδια που αναμένεται να κατατεθούν στην αρχή του νέου χρόνου αφορά τον εκλογικό νόμο και, για την ακρίβεια, την επέκταση του θεσμού της επιστολικής ψήφου και στις εθνικές εκλογές (υπενθυμίζεται ότι ο Μητσοτάκης διέψευσε κατηγορηματικά σενάρια που ήθελαν να αυξάνει το όριο εισόδου στη Βουλή από το 3% στο 5%, αν και η συζήτηση αυτή επανέρχεται κατά καιρούς).
Η κυβέρνηση χρειάζεται τουλάχιστον 200 ψήφους για να το περάσει από τη Βουλή και να εφαρμοστεί από τις αμέσως επόμενες εκλογές, όπερ σημαίνει ότι το νομοσχέδιο θα πρέπει να στηριχθεί και από μέρος της αντιπολίτευσης.
Η νομοθετική πρωτοβουλία ήταν έτοιμη από καιρό, αλλά η κυβέρνηση περίμενε να ολοκληρωθούν οι διαδικασίες σε ΠΑΣΟΚ και ΣΥΡΙΖΑ πριν φέρει το νομοσχέδιο στη Βουλή και τώρα θα «πετάξει το μπαλάκι» στην αντιπολίτευση, καλώντας την να αναλάβει τις ευθύνες της και να δώσει τη δυνατότητα και στους απόδημους να ψηφίζουν και στις εθνικές εκλογές.
Η μάχη της καθημερινότητας
Όπως έγραψε το «Ποντίκι» την περασμένη εβδομάδα, ο Μητσοτάκης εμφανίζεται έτοιμος να «παίξει τα ρέστα του» μέσα στο 2025, ώστε να ανατρέψει στον μέγιστο δυνατό βαθμό την αρνητική εικόνα που έχει σχηματιστεί για την κυβέρνηση.
Ωστόσο – κακά τα ψέματα – τα προβλήματα που έχει να αντιμετωπίσει είναι πολύ βαθιά και δυσεπίλυτα: μόλις πριν από μερικές ημέρες ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας παραδέχθηκε ότι «κάθε μικρή οικονομία ολιγοπωλείται εύκολα. Υπάρχουν κλάδοι. Αυτό συμβαίνει σε κάθε μικροοικονομία, δεν είναι μόνο στη δική μας και δεν είναι τωρινό πρόβλημα. Είναι πρόβλημα πολλών δεκαετιών» στέλνοντας μήνυμα στην κυβέρνηση.
Για την ώρα η λογική αντιμετώπισης π.χ. της ακρίβειας κινείται σε τρεις άξονες: αυξήσεις των εισοδημάτων, κυρίως μέσω φοροελαφρύνσεων, κάποιοι έλεγχοι στις αγορές και… ελπίδες να πέσει ο πληθωρισμός και να μην υπάρξουν φαινόμενα που θα μπορούν να οδηγήσουν σε νέα αύξησή του. Ωστόσο, οι κινήσεις αυτές μπορεί να προσφέρουν βραχυπρόθεσμες ελαφρύνσεις, αλλά δεν λύνουν το πραγματικό πρόβλημα, δηλαδή της αγοράς, που έχει πολλές στρεβλώσεις. Για την ώρα, πάντως, κάποια συγκρουσιακή πολιτική δεν διαφαίνεται στον ορίζοντα.
Τα ίδια περίπου ισχύουν και για άλλες «ανοιχτές πληγές», όπως το στεγαστικό ή η κατάσταση στο ΕΣΥ. Η κυβέρνηση λαμβάνει μέτρα και προσπαθεί να αμβλύνει τις συνέπειες των κρίσεων, αλλά είναι δύσκολο να καταπολεμηθούν οι βαθύτεροι λόγοι που τις προκαλούν και έτσι πολλά από τα μέτρα μοιάζουν στην πραγματικότητα με ημίμετρα.
Επανεκλογή Τραμπ
Η νίκη του Ντόναλντ Τραμπ στις προεδρικές εκλογές των ΗΠΑ είναι αλήθεια ότι προξένησε αμηχανία και ανησυχία σε ολόκληρη την Ευρώπη, καθώς ο νέος «πλανητάρχης» εμφανίζεται να έχει… άγριες διαθέσεις, απειλώντας τους πάντες με δασμούς και πιέζοντας τις Βρυξέλλες να στραφούν στο αμερικανικό υγροποιημένο φυσικό αέριο (LNG) και πετρέλαιο ως αντάλλαγμα για να αποφύγουν τις δασμολογικές επιβαρύνσεις.
Αν και μια τέτοια πολιτική εκτιμάται ότι θα βλάψει περισσότερο μεγάλες εξαγωγικές οικονομίες, όπως η Γερμανία, η Γαλλία και η Ιταλία, εντούτοις και η Αθήνα ανησυχεί για τις συνέπειες επιβολής δασμών από τις ΗΠΑ σε ευρωπαϊκά προϊόντα και για την ελληνική οικονομία.
Από εκεί και πέρα, προβληματισμό προκαλεί και η επιλογή της Κίμπερλι Γκιλφόιλ ως νέας πρέσβειρας των ΗΠΑ στην Ελλάδα, καθώς η πρώην δημοσιογράφος του Fox News δεν έχει εμπειρία περί τη διπλωματία και δεν είναι απόλυτα σίγουρο ότι θα μπορεί να αντιληφθεί, π.χ., τα πάγια προβλήματα της Αθήνας με την Άγκυρα.
Από την άλλη, κυβερνητικές πηγές επισημαίνουν ότι Ελλάδα και ΗΠΑ βρίσκονται στο καλύτερο σημείο σχέσεων από τη Μεταπολίτευση και εντεύθεν, ότι ο Μητσοτάκης γνωρίζει τον Τραμπ ήδη από την προηγούμενη θητεία του στον Λευκό Οίκο και ότι η προσωπική σχέση της Γκιλφόιλ με τον νέο Πρόεδρο των ΗΠΑ ίσως λειτουργήσει θετικά, καθώς η άμεση πρόσβασή της σε αυτόν ίσως επιλύσει ταχύτερα κάποια προβλήματα που είναι πιθανό να ανακύψουν.
Ελληνοτουρκικά
Από την άλλη, στο μέτωπο των ελληνοτουρκικών, ο πρωθυπουργός ξέκοψε προς το παρόν κάθε ενδεχόμενο για Χάγη λέγοντας ότι η Τουρκία θέλει να ανοίξει κι άλλα θέματα πέραν του καθορισμού θαλασσίων ζωνών, τα οποία η Ελλάδα δεν αναγνωρίζει. Η κατάσταση αυτή αναμένεται να αποτυπωθεί και στο Ανώτατο Συμβούλιο Συνεργασίας Ελλάδας – Τουρκίας που θα συνέλθει τον Ιανουάριο (μάλλον μετά την ορκωμοσία Τραμπ) στην Άγκυρα.
Από εκεί και πέρα η Αθήνα παρακολουθεί τις κινήσεις της Τουρκίας για καθορισμό θαλασσίων ζωνών με τη Συρία, ανησυχώντας για δεύτερο «τουρκολιβυκό σύμφωνο», αλλά και διαπιστώνοντας ότι οι… ορέξεις της Άγκυρας δεν έχουν μειωθεί ούτε στο ελάχιστο. Προς το παρόν, πάντως, στόχος είναι να διατηρηθεί στο μέτρο του δυνατού το καλό κλίμα μεταξύ των δύο χωρών και για τα περαιτέρω… βλέπουμε.
Πολιτική και οικονομική κρίση στην Ευρώπη
Ο Μητσοτάκης έχει πλειστάκις αναφερθεί στην πολιτική κρίση στη Γερμανία και στη Γαλλία για να υπογραμμίσει την ανάγκη σταθερότητας στην Ελλάδα.
Ωστόσο η αλήθεια είναι πως το γεγονός ότι οι δύο μεγαλύτερες οικονομίες της Ε.Ε. ταλανίζονται από πολιτική και οικονομική… καχεξία προβληματίζει την Αθήνα, καθώς, πέραν του ότι η αστάθεια αυτή επηρεάζει συνολικά την οικονομική πορεία της Ευρώπης, μπορεί να έχει ιδιαίτερες συνέπειες και για την ελληνική οικονομία, ιδιαίτερα στον τομέα του τουρισμού, ο οποίος – κακά τα ψέματα – αποτελεί ένα τεράστιο κομμάτι του ΑΕΠ και «σπρώχνει» συνολικά την ανάκαμψη.
Μέχρι στιγμής τα δεδομένα στο Βερολίνο λένε ότι ο κεντροδεξιός ηγέτης της CDU Φρίντριχ Μερτς θα είναι ο νέος καγκελάριος της Γερμανίας. Πότε, με ποιους, πώς και με ποιους συμβιβασμούς, ωστόσο, ουδείς γνωρίζει ακόμα. Από την άλλη πλευρά, η κυβέρνηση Μπαϊρού στη Γαλλία μοιάζει το ίδιο εύθραυστη με την κυβέρνηση Μπαρνιέ, γεγονός που προφανώς δεν προοιωνίζεται μακροημέρευση και προοπτικές ταχείας βελτίωσης του οικονομικού και πολιτικού κλίματος στη χώρα, με όλα όσα μπορεί αυτό να σημαίνει και για την Ελλάδα.
Διαβάστε επίσης:
Νέα Δημοκρατία: Ανακοινώθηκαν υποψηφιότητες Μαρινάκη, Αγαπηδάκη και Ρωμανού
Προστασία των παιδιών στο διαδίκτυο: Σήμερα οι ανακοινώσεις της κυβέρνησης