0 1 min 4 ώρες
Λερναία Ύδρα η διαφθορά στην ΕΛ.ΑΣ: Από την επιχείρηση «Αττική» της ΕΥΠ το 2020 στο νέο κύκλωμα προστασίας
Η άδοξη έρευνα της ΕΥΠ και οι «συνεχιστές» της προστασίας.

Ήταν καλοκαίρι του 2020 όταν έβλεπαν το φως της δημοσιότητας στοιχεία από τη μυστική επιχείρηση της ΕΥΠ με την κωδική ονομασία «Αττική», η οποία αφορούσε σε κύκλωμα που «προστάτευε» οίκους ανοχής και λέσχες στην πρωτεύουσα.

Το κύκλωμα φερόταν να έχει «βαθιές» ρίζες στην Ελληνική Αστυνομία και να δρούσε -«κατ’ ελάχιστον»- την περίοδο 2015-2017. Ενδεικτικό του εύρους της υπόθεσης ήταν ότι 17 απόστρατοι και εν ενεργεία αστυνομικοί κατηγορήθηκαν ως επίορκοι. Το «πρόγραμμα κάλυψης» της οργάνωσης, σύμφωνα με την τότε δικογραφία, προέβλεπε την είσπραξη 1.000 ευρώ μηνιαίως από τον κάθε οίκο ανοχής, 1.500 ευρώ από το κάθε στούντιο και 2.000 ευρώ για κάθε ιστοσελίδα πρακτορείου «συνοδών». Η δικογραφία ήταν ογκώδης. Καταγράφηκαν συνολικά 106.410 τηλεφωνικές συνομιλίες που αντιστοιχούσαν σε 40.000 σελίδες απομαγνητοφώνησης.

Το κύκλωμα αποκαλύφθηκε στα ΜΜΕ όταν τα δύο κεντρικά πρόσωπά του είχαν δολοφονηθεί. Στις δικαστικές αίθουσες η υπόθεση κατέρρευσε σαν χάρτινος πύργος. Σύμφωνα με νομικούς κύκλους, ο τότε χειρισμός του φακέλου από την ΕΥΠ δεν άφηνε κανένα περιθώριο για να ξεδιπλωθεί η υπόθεση στις αίθουσες του δικαστηρίου, καθώς δεν είχαν τηρηθεί ούτε οι στοιχειώδεις κανόνες σύνταξης μιας δικογραφίας. Από την πλευρά της ΕΥΠ η «δικαιολογία» ήταν ότι δεν μπορούσε να υπάρξει συνεργασία με την ΕΛ.ΑΣ. για να ακολουθηθεί η ενδεδειγμένη διαδικασία της έρευνας, διότι οι αρμόδιες υπηρεσίες θεωρούνταν διαβρωμένες. Σε κάθε περίπτωση το αποτέλεσμα ήταν η δικογραφία να χαρακτηριστεί ως εξαιρετικά αίολη και αβάσιμη, κάτι που φάνηκε και από την κρίση του δικαστηρίου.

Παρότι στις δικαστικές αίθουσες οι κατηγορίες σε βάρος των εμπλεκομένων κατέρρευσαν, πηγές από την ΕΛ.ΑΣ. σημειώνουν ότι το κύκλωμα προστασίας που εξαρθρώθηκε την προηγούμενη εβδομάδα αποτελεί «συνέχεια» της οργάνωσης που είχε μπει από το 2015 στο μικροσκόπιο της ΕΥΠ. Οι πηγές αυτές θεωρούν ότι το κύκλωμα των επονομαζόμενων Κρητικών προσπάθησε να καλύψει το «κενό» μετά από μία σειρά δολοφονιών, με θύματα κεντρικά πρόσωπα της νύχτας που ήταν στα «ραντάρ» της ΕΥΠ.

Την εκτίμηση ότι η εγκληματική οργάνωση που «ξηλώθηκε» από τις Εσωτερικές Υποθέσεις αποτελεί «συνέχεια» παλαιότερου κυκλώματος διατύπωσε και ο υπουργός Προστασίας του Πολίτη, Μιχάλης Χρυσοχοΐδης, σε συνέντευξή του στον ΣΚΑΙ: «Οι ύποπτοι αυτοί φαίνεται ότι αποτελούν συνέχεια ενός παλιού κυκλώματος».

Αστυνομικές πηγές υπογραμμίζουν ότι «οι πρωταγωνιστές του κυκλώματος ήξεραν ότι για να κάνουν τη δουλειά τους χρειαζόταν να στρατολογήσουν αξιωματικούς που υπηρετούν σε συγκεκριμένες αστυνομικές υπηρεσίες. Για παράδειγμα, άρχισαν να έχουν ερείσματα σε συγκεκριμένα Τμήματα Ασφαλείας στο κέντρο της Αθήνας. Ήξεραν ότι μπορούν να στήσουν ένα ιδιαιτέρως χρήσιμο γι’ αυτούς δίκτυο, το οποίο θα βασίζεται σε νέους αξιωματικούς που ήταν πρόθυμοι να συνεργαστούν».

Τα στοιχεία του Εσωτερικών Υποθέσεων σκιαγραφούν το προφίλ της «πρωταγωνίστριας» -όσον αφορά στο κομμάτι της εμπλοκής αστυνομικών- για την 37χρονη αστυνόμο Β’, η οποία κρίθηκε προφυλακιστέα μετά την απολογία της (μαζί με τον φερόμενο αρχηγό και τους δύο υπαρχηγούς). Η αξιωματικός της ΕΛ.ΑΣ. ήταν η μόνη από τους κατηγορούμενους αστυνομικούς που πήρε το δρόμο για τη φυλακή.

Στελέχη της Αστυνομίας εκφράζουν πάντως τον προβληματισμό τους για το κατά πόσο έχει αποκαλυφθεί στις πραγματικές του διαστάσεις το βάθος της διείσδυσης του κυκλώματος στο εσωτερικό του Σώματος. Σημειώνουν ότι η 37χρονη αξιωματικός δεν ήταν τυχαίο πρόσωπο. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι είχε σταλεί τουλάχιστον δύο φορές στη Μύκονο για να φέρει σε πέρας «ειδικές αποστολές» (όπως ήταν τα κορονοπάρτι την περίοδο του Covid και η εξάρθρωση συμμοριών που «άνοιγαν» βίλες), ενώ σε κεντρικές υπηρεσίες της ΓΑΔΑ είχε αναλάβει να φέρει σε πέρας κάποιες από τις πιο «ευαίσθητες» έρευνες. Έδειχνε δηλαδή, όπως προσθέτουν οι ίδιες πηγές, ότι είτε ήταν εξαιρετικά ικανή και αναλάμβανε τις υποθέσεις είτε είχε κερδίσει την εμπιστοσύνη υψηλά ιστάμενών της.

Ένας από τους πρώην προϊσταμένους της σε νευραλγική υπηρεσία της ΓΑΔΑ είδε το δρόμο της αποστρατείας κατά τις πρόσφατες κρίσεις, «πληρώνοντας» την εμπιστοσύνη που της είχε δείξει. Ωστόσο, αστυνομικές πηγές εξηγούν ότι «ο συγκεκριμένος αξιωματικός, ο οποίος δεν προκύπτει ότι γνώριζε τη δράση της, δεν ήταν ο μόνος βαθμοφόρος που διατηρούσε άριστες σχέσεις μαζί της και μάλιστα επί μακρόν…».

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.