Σε δύο συλλήψεις προχώρησαν αστυνομικοί του ελληνικού FBI για τη φονική ενέδρα που είχε σημειωθεί το μεσημέρι της Κυριακής της 15ης Δεκεμβρίου του 2024, με θύμα 47χρονο Αλβανό στους Θρακομακεδόνες.
Ήταν 13.10 στην οδό Κομοτηνής όταν άγνωστος δράστης προσέγγισε τον 47χρονο -που βρισκόταν μαζί με 44χρονο ομοεθνή του- και ανοίξει πυρ εναντίον τους. Κατά την αυτοψία είχαν βρεθεί τρεις κάλυκες από πυροβόλο όπλο και ακόμα τρεις βολίδες πυροβόλου όπλου.
Ο 47χρονος βρισκόταν σε καφετέρια μαζί με ομοεθνή του, με τον δράστη να τους στήνει ενέδρα την ώρα που έφευγαν και κατευθύνονταν πεζοί προς τα αυτοκίνητά τους. Ο ένοπλος πυροβόλησε τον 47χρονο στο κεφάλι τραυματίζοντάς τον θανάσιμα, ενώ σοβαρά τραυματίστηκε από τα πυρά και ο 44χρονος ομοεθνής του.
Ενάμιση μήνα μετά η Αστυνομία προχώρησε σε δύο συλλήψεις. Σύμφωνα με αστυνομικές πηγές, πρόκειται για Αλβανούς ηλικίας 42 και 43 ετών. Οι δυο τους φέρονται να χρησιμοποίησαν την ημέρα της δολοφονίας αυτοκίνητο που το είχαν κλέψει πριν το έγκλημα.
Οι αστυνομικοί θεωρούν ότι οι συλληφθέντες στόχευαν περισσότερο τον φίλο του 47χρονου (που τραυματίστηκε σοβαρά). Σύμφωνα με ασφαλείς πληροφορίες, ο 44χρονος διέμενε μόνιμα στο Ντουμπάι και έφτασε στην Αθήνα μόλις λίγες ημέρες πριν τη δολοφονική επίθεση. Το γεγονός ότι η ενέδρα θανάτου στήθηκε στις 15 Δεκεμβρίου κάνει τους αστυνομικούς να εξετάζουν το ενδεχόμενο να ήταν αυτός ο βασικός στόχος των δραστών. Αστυνομικές πηγές σημειώνουν ότι ο 44χρονος ήξερε ότι κινδυνεύει και πιθανότατα αυτός να ήταν ο λόγος που διέμενε στο Ντουμπάι.
Εξετάζεται σοβαρά το σενάριο να υπήρχε σε βάρος του «ανοιχτό» συμβόλαιο θανάτου. Η ΕΛ.ΑΣ. έχει έρθει σε επαφή με τις αλβανικές Αρχές, προκειμένου να χαρτογραφηθεί καλύτερα το προφίλ του. Αντικείμενο έρευνας είναι το πως οι εκτελεστές κατάφεραν μέσα σε λίγες ημέρες παρουσίας του στην Ελλάδα να βρουν την τοποθεσία όπου βρισκόταν.
Όσον αφορά στον 47χρονο που δολοφονήθηκε, πρόκειται για επιχειρηματία αλβανικής καταγωγής, πατέρα δύο παιδιών, που το 2009 είχε κατηγορηθεί για συμμετοχή σε ομάδα εκβιαστών (κατηγορία για την οποία εν τέλει απαλλάχθηκε). Έκτοτε δεν μπήκε ξανά στα «ραντάρ» των αστυνομικών για εμπλοκή σε ομάδες του υποκόσμου, ενώ ανέπτυξε επιχειρηματικές δραστηριότητες. Άνοιξε μία καφετέρια στο Περιστέρι και ασχολήθηκε με μάντρα ενοικιάσεων αυτοκινήτων.
Κατά πληροφορίες η καφετέρια έξω από την οποία έγινε το διπλό φονικό στους Θρακομακεδόνες ήταν το στέκι του. Ήταν γνωστός στην περιοχή και δεν φαινόταν να έχει εμπλοκή σε εγκληματικές δραστηριότητες. Σημειώνεται ότι δεν οπλοφορούσε (κάτι που αποδείχτηκε και από το γεγονός ότι οι αστυνομικοί δεν βρήκαν όπλο), ενώ δεν έπαιρνε κάποιο μέτρο αυτοπροστασίας. Αυτό δείχνει στους αστυνομικούς ότι δεν πίστευε ότι κινδυνεύει.