Οι παλαιότεροι πολιτικοί έλεγαν ότι «στην πολιτική το κρίσιμο θέμα δεν είναι πώς μπαίνεις, αλλά πώς βγαίνεις». Ισχύει και για τις τρεις πολιτικές οικογένειες της ελληνικής Κληρονομικής Δημοκρατίας.
Στην πραγματικότητα, δυναστείες συγκροτούν οι δυο: οι Παπανδρέου – με τρεις Πρωθυπουργούς από τη στενή οικογένεια και οι Μητσοτάκηδες με δυο. Ο Κώστας Καραμανλής δεν ήταν «υιός του πατρός» και δεν μπήκε στην πολιτική σαν επιβάτης με εισιτήριο την πατρική έδρα.
Η ανάδειξή του στην ηγεσία της ΝΔ, προφανώς λόγω του ονόματος, ήταν «συλλογική» απόφαση των «γέροντων» του κόμματος – που είχε γίνει κλωτσοσκούφι του ΠΑΣΟΚ. Αλλά στην πρωθυπουργία έφτασε χωρίς έξωθεν υποστυλώματα. Έφυγε, όπως φεύγουν οι Πρωθυπουργοί – με εκλογές – και από τη Βουλή απουσιάζει με εθελούσια απόρριψη του προνομίου για οιονεί διορισμό, ως πρώην.
Στο απέναντι μπαλκόνι, ο Γ. Παπανδρέου, εγγονός και υιός Πρωθυπουργών, άσκησε κληρονομικό «δικαίωμα» από νωρίς, με περατζάδες σε υπουργεία – και με συναλλαγές στη διαμόρφωση της κομματικής πυραμίδας.
Το επώνυμο τον πήγε στην πρωθυπουργία, αλλά πέρασε τη θηλειά στο λαιμό του, λαμβάνοντας αποφάσεις για τις οποίες δεν είχε λαϊκή εντολή και τελικά βρήκε θέση το στο βιβλίο Γκίνες: έχασε τη δουλειά του ως Πρωθυπουργός, χωρίς το κόμμα του να χάσει την πλειοψηφία στη Βουλή.
Αποδοκιμάσθηκε όταν έστησε ΙΧ τσαντίρι – αφήνοντας, ταπεινωτικά, το όνομα Παπανδρέου εκτός Βουλής, για πρώτη φορά μετά τον πόλεμο και έπεσε στην ανάγκη των διαδόχων του, να του εξασφαλίζουν έδρανο στο Κοινοβούλιο – όπου δεν είναι καν τακτικός θαμώνας.
Ανάμεσα στις δυο οικογένειες, ο ραδιούργος Κώστας Μητσοτάκης – με το στίγμα της Αποστασίας, που πλήρωσε και ο ίδιος το 1993 και παρ’ ότι αποσυνάγωγος της Μεταπολίτευσης – άλωσε τη ΝΔ, ζώντος του ιδρυτή της και έγινε Πρωθυπουργός, αλλά δεν μακροημέρευσε. Οργάνωσε δεύτερη έφοδο με την πρωτότοκη κόρη, αλλά την κατεδάφισε και αυτήν ο Σαμαράς.
Στην τρίτη δικαιώθηκε, βλέποντος τον γιο – που δεν του το’ χε – στην ηγεσία της ΝΔ, έστω και αν δεν πρόλαβε να τον δει να την καταπίνει ολόκληρη και να κυριαρχεί, ως επικεφαλής της και ως Πρωθυπουργός.
Ο τρόπος που αντέδρασε ο Κυριάκος Μητσοτάκης όταν αποκαλύφθηκε το σκάνδαλο των υποκλοπών – με τη θυσία υφισταμένων του – έκανε πολλούς να υποψιαστούν ότι ο, αδίκαστος και κυνικός – επαγγελματισμός που χαρακτηρίζει τον σχεδιασμό του, περιλαμβάνει και τη διάψευση της κατάρας του άδοξου τέλους. Όπως θα μπορούσε να καταλήξει με την τραγωδία των Τεμπών, για την οποία είχε λόγους να αναλάβει προσωπικά τον εξοστρακισμό των ευθυνών.
Με την ψυχρή λογική των χειρισμών του, καρατόμησε τον Κώστα Αχ. Καραμανλή, ως αρμόδιο υπουργό, λέγοντας ότι «τον τιμά η παραίτηση και εν συνεχεία τον διευκόλυνε να διολισθήσει στην προσωπική δειλία και τον δημόσιο στιγματισμό. Τα σκάγια του διασυρμού έπαιρναν και την οικογένεια Καραμανλή, δια του Αχιλλέα που «αμάρτανε για το παιδί του», συναλλασσόμενος με τον οικογενειακό αντίπαλο.
Επανεκλεγείς ο υιός στο οικογενειακό «κάστρο» – όπως έλεγε – παγιδευμένος στο χειροκρότημα των βουλευτών της ΝΔ και στο χειροφίλημα των ψηφοφόρων του στις Σέρρες – περιήλθε στο έλεος του Πρωθυπουργού: εάν τα Τέμπη μπορούσαν να τον οδηγήσουν σε τέλος χειρότερο και από του Παπανδρέου, θα είχε έτοιμο τον αποδιοπομπαίο τράγο.
Με κάθε επισημότητα, ο πορτ παρόλ του ανήγγειλε ότι «αν αναφερθεί το όνομα υπουργού σε δικογραφία» – που θα αναφερθεί – θα πάρει τον δρόμο της Προανακριτικής επιτροπής. Φωτογραφία του «Κωστάκη του Αχιλλέα» – που έβλεπε στον καθρέφτη του ακόμη και την αρχηγία της ΝΔ. Η θυσία του θα προβληθεί – ψευδώς – ως κάθαρση, που έχει ανάγκη η κυβερνώσα δυναστεία.
Θα «σφαγεί» ως Ιφιγένεια για να αναχωρήσουν τα καράβια από την Αυλίδα προς την Τροία της τρίτης θητείας του δεύτερου Μητσοτάκη. Έστω και αν παραποιείται η Ιστορία: η κόρη του Αγαμέμνονα ήταν αθώα.